XI. Όταν Tα Άστρα Βρεθούν Στη Σωστή Τους Θέση

(Συνέχεια από εδώ)

Οι βαριές βελούδινες κουρτίνες ήταν τραβηγμένες στο παράθυρο και η κάμαρα βρισκόταν στο σκοτάδι, όμως τα μάτια του είχαν συνηθίσει και έβλεπαν καθαρά το σκιάχτρο επάνω στο βωμό με τα έξι λιωμένα κεριά δίπλα του. Προηγουμένως είχε ψάλλει, είχε βραχνιάσει, είχε ιδρώσει, το χέρι του είχε γεμίσει φουσκάλες, όμως το ακίνητο σκιάχτρο παρέμενε μέχρι τέλους έτσι όπως ήταν και στην αρχή: ακίνητο.

Σηκώθηκε αποκαμωμένος και τράβηξε τις κουρτίνες. Ένα ρεύμα δροσερού, πρωινού αέρα μπήκε στην κάμαρα και τον έκανε να ριγήσει ελαφρά. Στάθηκε για λίγο στο περβάζι και αγνάντεψε το τοπίο. Οι αστερισμοί είχαν αλλάξει θέση και η Κόρη έδυε ανάμεσα από τα δύο κοκκινωπά φεγγάρια, βυθιζόταν κάτω από τον ορίζοντα και πήγαινε στους υπόγειους κόσμους της κόλασης. Το δάσος γύρω φωσφόριζε απαλά, ενώ πού και πού κάποιο νυχτοπούλι έκρωζε θλιμμένα. Οι κορυφές των λόφων στο βάθος έπαιρναν μία κιτρινωπή ανταύγεια, πλησίαζε η αυγή.

Μπήκε μέσα κι έπνιξε ένα χασμουρητό. Το χέρι του πονούσε και σκέφτηκε θλιμμένα ότι έπρεπε να το βουτήξει πάλι σε γιαούρτι. Σε λίγο όμως, σε λιγάκι, γιατί τώρα βαριόταν αφάνταστα… Στη βιβλιοθήκη τού απέναντι τοίχου είχε βάλει για ντεκόρ κάποια παλιά, σκονισμένα βιβλία με σιδερόδετο εξώφυλλο. Τράβηξε μηχανικά ένα, ακούμπησε τεμπέλικα στην άκρη του βωμού κι άρχισε να το ξεφυλλίζει. Το βλέμμα του περνούσε από περιγραφές δαιμόνων και διαγράμματα μαγικών κύκλων σε ξόρκια και φυλαχτά, ενώ το μυαλό του αρνιόταν να ακολουθήσει το βλέμμα του. Έπνιξε άλλο ένα χασμουρητό και χαλάρωσε τη ζώνη της γκρίζας ρόμπας του.

Τέσσερα χασμουρητά αργότερα, είδε κάτι που έκανε τα μάτια του ν’ ανοίξουν διάπλατα. Το κεφάλαιο είχε τίτλο Μαρτυρία του Τρελού Αρνητιστή και οι σελίδες του ήταν ατσάκιστες. Έβγαλε τα γυαλιά από την τσέπη της γκρίζας ρόμπας του, τα φόρεσε και διάβασε:

Τους βλέπω... τους νιώθω... κατεβαίνουν από τον ουρανό με καράβι που κολυμπάει στ’ αστέρια. Έρχονται από πολύ μακριά, από έναν κόσμο πέρα από τους αστερισμούς και κρατάνε όπλα τρομερά.

Ακούστε τα λόγια μου, άνθρωποι!

Με κοροϊδέψατε και με χλευάσατε, τα παιδιά σας με πετροβόλησαν κι οι γιατροί σας με δέσαν χειροπόδαρα, όμως όταν οι Έλληνες κατεβούν από τον ουρανό, τότε θα είναι πολύ αργά για να

Η υπόλοιπη σελίδα είχε μία μεγάλη κηλίδα ξεραμένου αίματος. Στάθηκε για μία στιγμή και συλλογίστηκε. Οι Αρνητιστές; Το μόνο που θυμόταν γι’ αυτούς ήταν ότι ήταν ότι εκτελέστηκαν όλοι τους παλιά ως αιρετικοί. Είχαν μία περίεργη δοξασία που πρέσβευε ότι η τρύπα είναι το αρνητικό του υλικού που τη φιλοξενεί▪ το οντολογικό status, έλεγαν, της τρύπας και της μη-τρύπας είναι παρόμοιο, μόνο που η πρώτη αποτελεί το κατοπτρικό είδωλο της δεύτερης, οπότε μία σαμπρέλα είναι, στην πραγματικότητα, ένα υβρίδιο. Οι φήμες έλεγαν ότι τα βράδια έκαναν μαγικές τελετές με ακατονόμαστο περιεχόμενο που όποιος είχε την ατυχία να δει, έχανε τα λογικά του. Οι άνθρωποί τους είχαν εισχωρήσει ακόμα και στα ανώτερα κλιμάκια▪ μπορούσαν όμως να εντοπιστούν εύκολα, γιατί ισχυρίζονταν πως όποιος έκανε μία τρύπα κάπου, στην πραγματικότητα προσέθετε κάτι (ενώ όποιος βούλωνε μια τρύπα, στην πραγματικότητα αφαιρούσε κάτι). Τελικά, όταν κατέρρευσαν οι μετοχές της πολύ επιτυχημένης βιομηχανίας από υβριδικές σαμπρέλες που είχαν ιδρύσει, οι χρεοκοπημένοι επενδυτές τούς κυνήγησαν και τους έκαψαν όλους ζωντανούς.

Αυτά δίδασκαν στα σχολεία για τους Αρνητιστές.

Γύρισε σελίδα και συνέχισε το διάβασμα, ενώ όλη η προηγούμενή του νύστα είχε εξαφανιστεί:

κανείς όμοιός τους στο Σύμπαν. Φυλή σατανική, διακατέχονται από έναν διάβολο που ονομάζεται ‘Το Δαιμόνιο Της Φυλής’ (ή ‘Το Πνεύμα Του Ελληνισμού’), σπέρνουν την καταστροφή και θερίζουν τον όλεθρο:

Ο Επαγωγικός κοιτάζει τα δέντρα και βλέπει το δάσος.

Ο Αναγωγικός κοιτάζει το δάσος και βλέπει τα δέντρα.

Ο Μεταφυσικός κοιτάζει το δάσος και βλέπει τις νύμφες μέσα στα δέντρα.

Ο Ερωτευμένος κοιτάζει το δάσος και βλέπει το πρόσωπο της αγαπημένης του.

Ο Έλληνας κοιτάζει το δάσος και βλέπει τη βίλα που θα χτίσει μετά τον εμπρησμό.

Ακούστε τα λόγια μου! Όταν θα έρθουν, τότε θα με θυμηθείτε. Όταν τα άστρα βρεθούν στη σωστή τους θέση και η γυναίκα θα ξαπλώσει ανάμεσα στους δύο συζύγους της, εκείνη τη νύχτα οι Έλληνες θα κατέβουν από τον ουρανό στο Φλαμουρόδασος.

Πιστέψτε με, τα παιδιά σας θα τους δουν και θα τους συναντήσουν. Διακρίνονται στις εξής κατηγορίες:

Έλληνας Πολιτικός (Κοιτάζει το δάσος και βλέπει τις ψήφους που του έφερε η αναδάσωση μετά τον εμπρησμό).

Έλληνας Τουρίστας (Κοιτάζει το δάσος και ρίχνει σκουπίδια).

Έλληνας Δημοσιογράφ

Άλλη κηλίδα αίματος. Σταμάτησε το διάβασμα με μία καινούργια λάμψη στο βλέμμα του. Προφανώς ο Αρνητιστής είχε εκλάμψεις του μέλλοντος, όμως οι άνθρωποι δεν τον κατάλαβαν. Λόγια τρελού, είπαν, και δεν έδωσαν σημασία στις προειδοποιήσεις του.

Τότε που η γυναίκα θα ξαπλώσει ανάμεσα στους δύο συζύγους της… που ο αστερισμός της Κόρης, δηλαδή, θα δύσει ανάμεσα στα δύο φεγγάρια! Τότε θα έρθουν οι δαίμονες του ολέθρου. Κι αυτό, κατά απίστευτη σύμπτωση, γινόταν τώρα▪ τώρα που για πρώτη φορά εδώ και αιώνες, ο αστερισμός της Κόρης διχοτομεί τα φεγγάρια! Οι ουράνιοι δαίμονες με τα όπλα τους βρίσκονται ήδη στο Φλαμουρόδασος.

Δε θα αποτύχαινε αυτή τη φορά, το ήξερε.


(συνεχίζεται εδώ)

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Κι άλλο, κι άλλο!

Elias είπε...

Ο λαός θέλει, ο Ηλίας μπορεί. Μην απελπίζεσαι και δε θ' αργήσει. Σώπα, Δύτη, και θα γίνει το μεγάλο πήδημα, λευτεριά και ρωμιοσύνη είν' αδέρφια δίδυμα.